Η συναίνεση, σύμφωνα με το νόμο, αποτελεί μια θεμελιώδη έννοια που σχετίζεται με την ελευθερία και το δικαίωμα του ατόμου να επιλέγει συνειδητά και ενημερωμένα. Ειδικά σε περιπτώσεις που αφορούν ευαίσθητα δεδομένα, όπως προσωπικά δεδομένα ή προσωπικές αποφάσεις, η συναίνεση εξασφαλίζει ότι τα άτομα κατανοούν πλήρως τις συνέπειες της συγκατάθεσής τους και έχουν την ελευθερία να την παρέχουν ή να την αρνούνται.
Η έννοια της συναίνεσης εντοπίζεται σε διάφορους τομείς του δικαίου, όπως στο ποινικό δίκαιο. Επιπλέον, αποτελεί μια έννοια-κλειδί για την προστασία των προσωπικών δεδομένων και καθορίζεται από τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων (GDPR).
Σ’ αυτό το άρθρο, θα εξετάσουμε τη συναίνεση και το πώς προσαρμόζεται σε διαφορετικούς τομείς του δικαίου.
Ορισμός και Βασικές Προϋποθέσεις της Συναίνεσης
Όποια μορφή κι αν λάβει, η συναίνεση πρέπει να είναι ελεύθερη, συγκεκριμένη, ενημερωμένη και ρητή. Αυτές είναι οι βασικές προϋποθέσεις που εξασφαλίζουν ότι το άτομο κατανοεί πλήρως τι σημαίνει η συγκατάθεσή του και ποιες είναι οι συνέπειές της. Επιπλέον, η ελεύθερη βούληση είναι απαραίτητη ώστε το άτομο να μην υποχρεώνεται ή εξαναγκάζεται να συναινέσει.
Την ίδια στιγμή, η συγκατάθεση σημαίνει ότι το άτομο συμφωνεί σε κάτι σαφές και ορισμένο, χωρίς αμφισημίες. Αυτό σημαίνει πως έχει λάβει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για να κατανοήσει πλήρως τους κινδύνους και τα οφέλη της απόφασής του.
Συναίνεση και GDPR
Με την εφαρμογή του GDPR στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η έννοια της συναίνεσης έχει αποκτήσει ιδιαίτερη σημασία στην προστασία των προσωπικών δεδομένων. Ο κανονισμός 679/2016 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ή αλλιώς Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων, υποχρεώνει τις εταιρείες και τους οργανισμούς να λαμβάνουν τη σαφή και ενημερωμένη συγκατάθεση των χρηστών πριν συλλέξουν, επεξεργαστούν ή διαχειριστούν τα προσωπικά τους δεδομένα.
Κάθε επιχείρηση με έδρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να υπακούσει στον GDPR. Σύμφωνα με τον κανονισμό, η επιχείρηση πρέπει να ενημερώσει τους χρήστες σχετικά με την ταυτότητά της, το λόγο επεξεργασίας των δεδομένων, τη νομική βάση για την επεξεργασία τους, αλλά και το ποιος θα τα λάβει. Μόλις γνωστοποιηθούν όλα αυτά, ο χρήστης μπορεί να δώσει τη συγκατάθεση. Ωστόσο, συνεχίζει να διατηρεί το δικαίωμα να την αποσύρει οποιαδήποτε στιγμή.
Συναίνεση και Ποινικό Δίκαιο
Η συναίνεση διαδραματίζει σημαντικό ρόλο και στο ποινικό δίκαιο, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις που σχετίζονται με αδικήματα κατά της ελευθερίας και της σωματικής ακεραιότητας. Για παράδειγμα, σε αδικήματα όπως η σεξουαλική επίθεση, η έλλειψη συναίνεσης του θύματος αποτελεί το κεντρικό στοιχείο που καθορίζει την τέλεση του αδικήματος. Μάλιστα, η έννοια αυτή εμφανίζεται και στο άρθρο 336 του Ποινικού Κώδικα (νόμος 4619/2019), το οποίο αναφέρεται για την τέλεση γενετήσιων πράξεων. Επιπροσθέτως, το άρθρο 339 του Ποινικού Κώδικα ορίζει ως ηλικία συναίνεσης στην Ελλάδα τα δεκαπέντε έτη.
Συναίνεση σε Ιατρικά Ζητήματα
Ακόμα μια περίπτωση όπου η συναίνεση είναι κρίσιμη είναι στην ιατρική. Η ενημερωμένη συγκατάθεση είναι απαραίτητη πριν από οποιαδήποτε ιατρική πράξη ή παρέμβαση, πράγμα που ορίζεται στο άρθρο 12 του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας (νόμος 5129/2024). Ο ασθενής έχει το δικαίωμα να ενημερωθεί πλήρως για τη φύση της επέμβασης, αλλά και για τους πιθανούς κινδύνους. Αυτή η ενημέρωση επιτρέπει στον ασθενή να λάβει συνειδητή απόφαση και να ασκήσει το δικαίωμα στον αυτοκαθορισμό του σώματός του.
Η συναίνεση δεν αποτελεί απλώς μια νομική έννοια, αλλά μια σημαντική αξία στην καθημερινή μας ζωή. Επικοινωνήστε με το δικηγορικό μας γραφείο για όλες τις περιπτώσεις όπου στερηθήκατε αυτό το θεμελιώδες δικαίωμά σας.